Thursday, May 10, 2007

Λεωφορεία - <λαο-φορεία>


Ανέκαθεν η σχέση μου με τα λεωφορεία ήταν δύσκολη. Τα μίσησα από τα 11-12 χρόνια μου όταν η μάνα μου είχε τη φαεινή ιδέα να πάω Γυμνάσιο στον Κολωνό, παρόλο που μέναμε στο Περιστέρι. Ετσι βρέθηκα να ξυπνάω νωρίτερα από ό,τι ήθελα (και άντεχα), γιατί έπρεπε να υπολογίσω και την απόσταση που έπρεπε να διασχίσω με το λεωφορείο. Εξυπακούεται πως το λεωφορείο ερχόταν γεμάτο στην στάση που το περίμενα (ήταν μόλις η 2η, σε ένα σύνολο 9 ή 10 στάσεων, δεν θυμάμαι ακριβώς γιατί ποτέ δεν το πήρα μέχρι το τέρμα του), αφού ένα σωρό αγουροξυπνημένοι Ελληνες πήγαιναν εκείνη την ώρα στη δουλειά τους. Εχω φάει πάστωμα στα λεωφορεία που δεν λέγεται. Τις παλιές - κακές - εποχές με τον εισπράχτορα που φώναζε συνεχώς <προχωρείστε μπροστά> δεν θυμάμαι να κατάφερα μία ημέρα στα έξι χρόνια που πήγα Γυμνάσιο - Λύκειο να κάθισα στη διαδρομή προς το σχολείο. Ετσι κι αλλιώς, ακόμα κι αν άδειαζε κάποια θέση προτεραιότητα είχαν οι ηλικιωμένοι και μετά οι μεσόκοποι. Πού να διανοηθούμε να τους παρακάμψουμε. Ενας δυο που το είχαν κάνει κάποιες φορές, δεν το ξανατόλμησαν μετά από το κράξιμο που έπεσε (<κάθονται οι μαθήτριες και μένουν μεγάλοι άνθρωποι όρθιοι>).Οχι όπως τώρα που ο πιτσιρικάς αράζει στην καρέκλα αν την βρει μπροστά του διαθέσιμη αδιαφορώντας αν κάποιος άλλος την έχει περισσότερη ανάγκη. (Μεγάλο θέμα αυτό, δεν το ανοίγω εδώ, είμαι πάντως κάπου στη μέση). Το μεσημέρι, ίδια γεύση. Το λεωφορείο ερχόταν γεμάτο από την Ζήνωνος, οπότε πάλι καμία πιθανότητα να βρεθεί θέση και το ίδιο ίσως και περισσότερο πάστωμα. Και να σκεφτεί κανείς ότι έπαιρνα το λεωφορείο από Περιστέρι, κατέβαινα Κολωνό, <στάση Κίκιζα> θυμάμαι την έλεγαν και κατηφόριζα για την Ακαδημία Πλάτωνος όπου ήταν το 7ο Γυμνάσιο - Λύκειο (πριν αποφοιτήσω έγινε 27ο, τώρα δεν ξέρω αν διατηρεί αυτό το όνομα), οπότε τον ποδαρόδρομο τον είχα και στην επιστροφή, μέχρι να φτάσω στη στάση. Ηταν δε το λεωφορείο μου, το χειρότερο από όλα (αυτό είναι μια ...παράδοση που με ακολουθεί μέχρι τώρα). Είχε τον αριθμό <11>, ήταν η γραμμή <Ζωοδόχος Πηγή - Μπουρνάζι> και η αναλογία του με τα υπόλοιπα ήταν 1 προς 3. Για κάθε 3 δηλαδή λεωφορεία που περνούσαν για Ανθούπολη, Κηπούπολη, Λόφο Αξιωματικών κ.λπ., περνούσε ένα <11>. Είχαμε βγάλει μάλιστα και στιχάκι που τραγουδούσαμε στο ρυθμό του <είμαστε δυο, είμαστε τρεις>. <Είμαστε δυο, είμαστε τρεις, του ``11΄΄ ομοιοπαθείς>. Τελευταίο σε συχνότητα έλευσης, τελευταίο και σε εκσυγχρονισμό. Κάπου Τρίτη Γυμνασίου πρέπει να πήγαινα τότε που είχαν φέρει κάτι καινούργια λεωφορεία, ουγγαρέζικα ήταν νομίζω, τα πρώτα χωρίς εισπράχτορα και με ένα κουτί όπου επαφιόταν στην τιμιότητά σου να ρίξεις μέσα το σωστό αντίτιμο για το εισιτήριο. Ολες οι γραμμές για το Περιστέρι απέκτησαν καινούργια λεωφορεία πριν από τη δική μας. Το <11> τελευταίο και καταϊδρωμένο. Ούτε όταν όλα τα λεωφορεία άλλαξαν αριθμό, έγινε κάτι. Το <11> μετατράπηκε σε <730> αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να μας καταστρέψει το στιχάκι.
Οταν τελείωσα το Λύκειο και μπήκα στο Πανεπιστήμιο τα πράγματα καλυτέρεψαν, κάπως. Οχι επειδή διορθώθηκε η συγκεκριμένη γραμμή, αλλά επειδή η σχέση πάθους μου με τη σχολή μου (Νομική) κράτησε μόλις δύο - τρεις μήνες. Ηταν και πολύ μακριά από την Ζήνωνος η σχολή, δεν τρελαινόμουν και για το περπάτημα, δεν υπήρχε ακόμα κάποια δεύτερη γραμμή που να έχει στάση πιο κοντά στη Σόλωνος, γραμμή τρόλεϊ δεν είχε μπει στο Περιστέρι (ακόμα...), οπότε έκοψα τα λεωφορεία σχεδόν μαζί με τη σχολή και άρχισα να χρησιμοποιώ ως επί το πλείστον ταξί. Θα μου πεις το ταξί δεν ταιριάζει ακριβώς με τη φοιτητική ζωή, αλλά ποιος είπε ότι έζησα φοιτητική ζωή; Ισως σε μια άλλη πόλη, κάποια άλλη χρονική στιγμή. Στην Αθήνα πάντως όχι. Και σίγουρα όχι εγώ.
Κάποια στιγμή, όταν συμβιβάστηκα με το γεγονός ότι δεν θα πάρω πτυχίο, έψαξα για δουλειά. Ατυχία κι εδώ όμως. Η δουλειά μου ήταν ακόμα πιο ψηλά από τη Νομική. Προς το Κολωνάκι. Οπότε ταξί και άγιος ο Θεός. Αλλο μεγάλο κεφάλαιο η συναναστροφή μου με τους ταξιτζήδες. Μπορώ να γράψω βιβλίο γι΄ αυτήν. Κάποια στιγμή απέκτησα αυτοκίνητο. Το τόλμησα από την πρώτη σχεδόν στιγμή να ανεβαίνω στο κέντρο μ΄αυτό. Η δουλειά μου ήταν μεσημεριανή και έτσι κάθε μεσημέρι ξεκινούσα με την ελπίδα πως θα βρω θέση, αφού κάποιοι σχολούσαν, κάποια μαγαζιά έκλειναν κ.λπ. Εδώ ισχύει βέβαια το <κάθε πέρσι και καλύτερα>. Χρόνο με το χρόνο γινόταν όλο και δυσκολότερο να βρω θέση. Τα απαγορευτικά ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια. Θέση για βουλευτή εδώ, θέση για υπουργείο εκεί, θέση για ανάπηρο παραπέρα. Αν το ελληνικό κράτος έδειχνε για τους ανάπηρους την ίδια ευαισθησία που έδειχνε το Υπουργείο Συγκοινωνιών για να τους εξασφαλίσει μια θέση πάρκινγκ, τότε θα είχαμε το τέλειο ιατροφαρμακευτικό σύστημα περίθαλψης. Ναι, σωστά καταλάβατε, πιστεύω πως οι μισές από τις θέσεις πάρκινγκ που υποτίθεται ότι είναι για τους ανάπηρους στο κέντρο της Αθήνας, είναι θέσεις <μαϊμού>. Κουτσά - στραβά πάντως και αφού είχα βρει τρεις φορές το αυτοκίνητο τρακαρισμένο εκεί που το είχα παρκάρει
(μόλις μία φορά μου άφησαν χαρτί με τα στοιχεία τους) θέσεις έβρισκα. Μία κλήση είχα πάρει μόνο όλα αυτά τα χρόνια κι αυτή επειδή είχα δεν είχα τηρήσει μια απόσταση πέντε (!) μέτρων από την διάβαση πεζών (πολλά δεν είναι πέντε μέτρα;). Και ύστερα... Υστερα δεν ήρθαν οι μέλισσες. Ηρθαν οι ελεγχόμενες θέσεις στάθμευσης. Τρεις ώρες λέει και πολλές σου είναι για να κάνεις τη δουλειά σου στην Αθήνα. Αν θες παραπάνω χρόνο, θα πάρεις το αυτοκίνητο και θα το μετακινήσεις σε άλλη θέση. Μα καλά, αναρωτιέσαι, κι αυτοί που δουλεύουν παραπάνω ώρες τι θα κάνουν; <Και ποιος σου είπε ότι το σύστημα φτιάχτηκε για αυτούς που δουλεύουν στο κέντρο;>, έρχεται η απάντηση. <Φτιάχτηκε για αυτούς που έχουν να κάνουν ψώνια, επίσκεψη σε γιατρό, ή οφθαλμόλουτρο στις καφετέριες του Κολωνακίου>. Οπότε; Οπότε το αυτοκίνητο παρκαρισμένο κάτω από το σπίτι (εδώ που τα λέμε δεν συμφέρει να το μετακινείς από εκεί γιατί άντε να ξαναβρείς θέση κοντά)
και ξανά μανά λεωφορείο. Στο μεταξύ, είχα μετακομίσει από το Περιστέρι στα Σεπόλια. Το <730> έγινε <732> αλλά η ...παράδοση ακατάρριπτη. <Αγιος Φανούριος - Ζωοδόχος Πηγή> η ονομασία, αλλά οι ίδιες συνήθειες. Αναλογία 3 προς 1. Τρία <608> (Γαλάτσι) ένα <732>. Τις πρώτες μέρες δεν ήταν έτσι. Το λεωφορείο ερχόταν αρκετά γρήγορα και σχετικά άδειο στη στάση μου. Ποιος θα ανεβεί καταμεσήμερο στην Αθήνα, εκτός από αυτούς που δούλευαν το πρωί στο Περιστέρι; Και φαίνεται πως δεν ήταν πολλοί. Η διαδρομή βολική. Κατέβαινα στην Ακαδημίας, στην Εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, έπαιρνα το <022> που πήγαινε Κολωνάκι, κατέβαινα Κανάρη και αντί για ανηφόρα (είμαστε πια και κάποιας ηλικίας...) είχα μόνο μια μικρή κατηφόρα. Αν δηλαδή ανάμεσα στην στάση <Ακαδημία> και την Βασιλίσσης Σοφίας υπήρχε και μια ενδιάμεση στάση δεν θα χρειαζόμουν δεύτερο λεωφορείο. Οπως δεν χρειαζόμουν στην επιστροφή. Η στάση <Οφθαλμιατρείο> που έκανε το <732> με βόλευε μια χαρά όταν γύριζα σπίτι. Ενιωθα ότι ξαναζούσα τα φοιτητικά μου χρόνια. Ολα μου φαίνονταν ιδανικά. Καθαρό το λεωφορείο, ευγενικοί οι οδηγοί (ομολογώ ότι εξακολουθούν να είναι ευγενικοί στην πλειοψηφία τους, τουλάχιστον στην δική μου γραμμή και την αλήθεια οφείλω να την πω), άδεια θέση απαρέγκλιτα είτε στο <πήγαινε> είτε στο <έλα>. Μωρέ λέω, λες να γίναμε Ευρωπαίοι και εγώ να μη το κατάλαβα; Είχα ενθουσιαστεί τόσο πολύ που άρχισα να την ψάχνω να πηγαίνω με λεωφορείο σε όλες μου τις δουλειές. Μπαίνοντας τυχαία μια μέρα στο site της ΕΘΕΛ για να δω μια διαδρομή, συμπλήρωσα ένα ερωτηματολόγιο για το πώς μπορούν οι αστικές συγκοινωνίες να γίνουν ακόμα καλύτερες. Τι ζήτησα; Αυτό που επισήμανα παραπάνω. Να μπει μια ενδιάμεση στάση, κάπου στη Βουκουρεστίου, αφού θεωρούσα ότι είναι πολύ μεγάλη η απόσταση από Ακαδημία μέχρι Βασιλίσσης Σοφίας, την στιγμή που στην επιστροφή οι στάσεις έχουν κοντινότερη απόσταση. Εδωσα και στοιχεία, ονοματεπώνυμο και τηλέφωνο. Δεν μου τηλεφώνησαν ποτέ. Τις απαντήσεις μου πάντως φαίνεται πως τις έλαβαν ...υπόψιν τους. Τρεις εβδομάδες μετά, κατάργησαν την στάση <Οφθαλμιατρείο> και μας κατέβασαν στο Πανεπιστήμιο. Σου λέει αφού τα καταφέρνουν στο ανέβασμα τόση απόσταση χωρίς στάση, δεν θα τα καταφέρουν στο κατέβασμα; Και στην τελική ΝΑ κι αν τα καταφέρουν ΝΑ κι αν δεν τα καταφέρουν. Από τότε άρχισε ο Γολγοθάς. Το αγαπημένο μου λεωφορείο άρχισε να αργεί απίστευτα. Κι όταν ερχόταν όπως είναι φυσικό ήταν γεμάτο. Και στο <πήγαινε> και στο <έλα>. Για τις μέρες που έχει πορεία, τις καθιερωμένες Πέμπτης δηλαδή και όποτε άλλοτε ήθελε προκύψει, δεν το συζητάω. Το <ακριβό μου 732> είναι λίγο σνομπ. Ακριβοθώρητο και φίρμα. Βγαίνει στο δρόμο πιο σπάνια και τελευταίο από όλα τα άλλα. Μπορεί η πορεία να έχει λήξει πάνω από ώρα, αλλά αυτό από Χαλκοκονδύλη στρίβει αριστερά. Δεν ανεβαίνει Κάνιγγος λες και υπάρχει ναρκοπέδιο και φοβάται μη το πατήσει. Μια φορά τόλμησα να διαμαρτυρηθώ σε ένα σταθμαρχείο, όταν είδα ότι τα άλλα ανεβαίνουν κανονικά και με άρχισαν στο δούλεμα: <Για να μην ανεβαίνει, τέτοιες εντολές θα έχει>. Τώρα πώς γίνεται να έχει μόνο αυτό τέτοιες εντολές; Αγνωστο. Ισως έχει κάνει κάτι η συγκεκριμένη γραμμή και την βάζουν τιμωρία. Κι αφού κουτσά στραβά - και καθυστερημένα... - φτάνω το μεσημέρι στη δουλειά το βράδυ τα πράγματα είναι χειρότερα. Το βράδυ που νυχτώνει απλώνεται τριγύρω ο <νόμος 732>. Είτε θα έρχονται τρία - τρία (δεν κάνω πλάκα, τρία - τρία, όχι δύο - δύο) είτε δεν θα έρχονται καθόλου. Μέση κατάσταση δεν υπάρχει. Αφού έχω μια υποψία, πως οι οδηγοί κάπου τα πίνουνε σε καναν καφενέ στο τέρμα, παίζουνε και καμιά παρτίδα και μετά ξεκινάνε όλοι μαζί, κονβόι.
Και αφού πιάσαμε τα έξω, ας πιάσουμε και τα μέσα. Γιατί εδώ ισχύει το απέξω πανούκλα και από μέσα πανούκλα. Δεν ξέρω από πού προέρχονται τα συγκεκριμένα λεωφορεία. Κάπου άκουσα ότι είναι ουκρανικά αλλά δεν παίρνω και όρκο. Ουκρανικά δεν ξέρω αν είναι, για Ουκρανούς πάντως πρέπει να έχουνε φτιαχτεί. Για να καταφέρεις να πιάσεις τη χειρολαβή χωρίς να ξεχεριαστείς πρέπει να είσαι πάνω από 1.80. Και καθώς Ουκρανοί δεν συχνάζουν στην Ελλάδα και όσες Ουκρανές ζουν και δουλεύουν στην Ελλάδα πολύ δύσκολα θα πάρουν το λεωφορείο, απομένουν οι Ελληνες, κάποιοι Πακιστανοί και Αλβανοί να ταλαιπωρούνται (τους Κινέζους δεν τους υπολογίζω είναι χαμένοι από χέρι, ενώ οι περισσότεροι Αφρικανοί που έχω δει εγώ τουλάχιστον στο λεωφορείο, είναι ευτυχώς γι΄ αυτούς ψηλοί). Είπαμε ρε παλικάρια ότι η τωρινή γενιά Νεοελλήνων είναι και καλύτερη και ψηλότερη, αλλά στο λεωφορείο κυκλοφορούνε και άλλες γενιές. Κυκλοφορούνε κι άλλες φυλές. Κυκλοφορούνται και γερόντια. Αυτό είναι το χειρότερο. Γιατί καθώς τα παπούδια και οι γιαγιάδες δεν φτάνουν τις χειρολαβές (και ψηλοί να είναι, έχουνε σκεβρώσει πια...) στριμώχνονται εκεί που υπάρχουνε σίδερα. Προπάντων η ασφάλεια. Η σιγουράντζα.
Γαντζώνονται εκεί τρεις τέσσερις μαζί στις τρεις πόρτες, σφίγγονται κιόλας γιατί ξέρουν καλύτερα από τον καθένα ότι ο γέρος ή από χέσιμο θα πάει ή από πέσιμο (κι σου λέει αφού ελέγχουμε - έτσι νομίζουν... - το ένα ας απομακρύνουμε την πιθανότητα για το άλλο) κι άντε μετά εσύ να βγεις και να μπεις. Βάλε τώρα στο ζύγι και την κλασική γαϊδουριά πολλών που γουστάρουνε την βολή τους και δεν μετακινούνται ούτε ίντσα για να σε διευκολύνουνε κι έχεις το τέλειο <λεωφορειακό> σκηνικό. Πίτα στις πόρτες, άδειο ενδιάμεσα και κάποιοι τυχεροί στα καθίσματα. Τα καθίσματα. Αλλη πονεμένη ιστορία. Φτιαγμένα κι αυτά για τον γίγαντα Γκρισίνο. Ετσι και κάνει το τραγικό λάθος να σκαρφαλώσει (ναι, περί αναρρίχησης πρόκειται) κανας μικροκαμωμένος τύπος, δεν υπάρχει περίπτωση να ξανακατέβει γλιτώνοντας τη θλάση. Μιλάμε τώρα τύφλα νάχει η φετινή ΑΕΚ! Αφού οι περισσότεροι αποθαρρύνονται και δεν το επιχειρούν καν. Δεν είναι μόνο άβολο. Ούτε μόνο επικίνδυνο. Είναι και αστείο. Και σου λέει ο άλλος ας μη γίνω νούμερο τώρα για δυο - τρεις στάσεις. Ας κάνω υπομονή. Επειτα είναι και το άλλο. Οι μισές θέσεις είναι ανάποδα. Πα να πει έτσι και ζαλίζεσαι τις έχεις απορρίψει από χέρι γιατί αν κάτσεις μέχρι να φτάσεις σπίτι σου έναν ίλιγγο τον έχεις στο τσεπάκι. Μιλάμε τώρα ότι από όλες τις θέσεις καθήμενων ζήτημα να είναι βολικές πέντε - έξι. Οι δύο μονές, άντε και άλλα δυο ζευγάρια στη μέση. Βάλε τώρα με το νου σου με βάση τη συχνότητα που έρχονται τα λεωφορεία και τον κόσμο που περιμένει να μπει πόσο πιθανό είναι να πιάσεις αυτές τις ελάχιστες προνομιούχες θέσεις. Λιγότερες κι από το να βρεις εισιτήρια για τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ της Αθήνας.
Αυτά τα ...πολλά και θα επανέλθω...

No comments: