Αυτές είναι οι γάτες μου. Η Κούκλα και η Φάτσα. Η Κούκλα είναι η μαλλιαρή ανοιχτόχρωμη και η Φάτσα είναι η κοντότριχη σκουρόχρωμη. Μην κοιτάτε που είναι σχεδόν αγκαλιά στη φωτογραφία. Για την ακρίβεια υπάρχουν στιγμές που δεν αντέχει η μία την άλλη. Μ΄ αρέσει που ο γιατρός τους, μου είπε πως πρέπει να τους κάνω γρήγορα στείρωση, προτού αναπτύξουν μεταξύ τους θηλυκό ανταγωνισμό. Χα! Τον ανέπτυξαν έτσι κι αλλιώς. Ομως, τελικά μαζί δεν κάνουνε και χώρια δεν μπορούνε.
Η σημαντικότερη στιγμή που γίνονται ένα είναι όταν μπαίνει ηλεκτρική σκούπα. Τότε εξαφανίζονται ταυτόχρονα και κρύβονται στο ίδιο σημείο. Σχεδόν αγκαλιά. Η ισχύς εν τη ενώσει που λένε. Μόλις περάσει ο κίνδυνος ρίχνει η μία στην άλλη από μία κατραπακιά και ξαναχωρίζουν τα ...τσανάκια τους.
Η Φάτσα είναι η μεγάλη. Τι μεγάλη
δηλαδή; Ζήτημα να είναι 10 μέρες πιο μεγάλη. Γεννήθηκε κάτω από ένα φεγγάρι του Αυγούστου, είναι Λιονταρίνα και της φαίνεται. Γνήσια κεραμιδόγατα σε όλα τα άλλα εκτός από την αγάπη στην περιπέτεια. Για την ακρίβεια η αγάπη για περιπέτεια σταμάτησε εκείνο το απόγευμα του Σεπτέμβρη που την βρήκα μωράκι δίπλα σε μια ρόδα αυτοκινήτου. Ούτε που την είχα πάρει χαμπάρι μέχρι που άρχισε να φωνάζει. Σχεδόν να ουρλιάζει. Πιθανότατα είχε πάρει από πίσω την μαμά της (η περιπέτεια που λέγαμε) και χάθηκε, οπότε τα βρήκε σκούρα και άρχισε τα νιαουρίσματα. Τότε, το είχα σκεφτεί διπλά να την πάρω στο σπίτι. Είχα χάσει τρία χρόνια πριν την λατρεμένη μου Λιούντα και είχα πει πως δεν πρόκειται να ξαναπάρω κατοικίδιο. Αφενός ήθελα να την πενθήσω και να μην την αντικαταστήσω, γιατί το ένιωθα πως είναι μοναδική (κι ακόμα το νιώθω, απλώς συνειδητοποίησα πως αυτό δεν με εμποδίζει να αγαπάω και άλλες γάτες εκτός απ΄ αυτήν) αφετέρου δεν ήθελα να ξαναζήσω τον πόνο που αισθάνθηκα με το χαμό της. Μόλις όμως είδα αυτό το πιτσιρίκι, απροστάτευτο και χαμένο λύγισα. Ρώτησα τον εαυτό μου: <Θα μπορέσεις να αναλάβεις μια υποχρέωση που μπορεί να κρατήσει ακόμα και 15 χρόνια;> (ίσως και παραπάνω αν σκεφτεί κανείς πως η Λιούντα μου <έφυγε> 19 χρόνων, σπάζοντας κάθε ρεκόρ μακροζωίας για γάτα). Η απάντηση ήταν <Ναι, θα μπορέσω>. Δεν χρειάστηκε να σκεφτώ περισσότερο. Εσκυψα και το πήρα αγκαλιά και μετά από λίγο το <ορφανό> είχε υιοθετηθεί. Γιατί την ονόμασα Φάτσα; Δεν είναι φανερό; Είναι φάτσα. Ηταν φάτσα από την πρώτη στιγμή. Πανέξυπνη, σπιρτόζα, παιχνιδιάρα, απαιτητική. Καλά, έχει και ελαττώματα. Είναι άτσαλη όταν τρώει, σκορπάει τα πάντα δεξιά και αριστερά (εξ ού και της έχω κολλήσει τρία παρατσούκλια: <γυφτάκι>, <χωριατάκι> και <πλιγούρω> - και μην ξεσηκωθεί τώρα κανείς και με πει ρατσίστρια), και <εκδικείται> χαλώντας τα λουλούδια όταν δεν της δίνεις το αγαπημένο της φαγητό που είναι μόνο το κρέας. Αρνείται να δοκιμάσει κάθε γεύση γατοτροφής που δεν έχει κρέας και απομακρύνεται επιδεικτικά όταν το μενού περιέχει σολωμό, τόνο με σαρδέλα, ψάρια ωκεανού και άλλες τέτοιες αηδίες (τώρα εδώ που τα λέμε, άδικο έχει; Είναι γεύσεις αυτές για μια κεραμιδόγατα; Πού βρισκόμαστε; Στην Ιμπιζα;).
Ασε που φοβάται απίστευτα. Μόλις ακούσει το κουδούνι χώνεται μέσα στα σκεπάσματα σαν την στρουθοκάμηλο. Επειδή δεν βλέπει, νομίζει ότι δεν την βλέπουν. Κι αυτό της φτάνει για να ηρεμήσει. Πώς όμως να μη την δουν;
Μιλάμε για περίπου εφτά κιλά γάτα. Οταν την πρωτοπήγα στον γιατρό και τον ρώτησα αν είναι χοντρή μου είπε ότι είναι πολύ δυνατή και γυμνασμένη. Τότε κάναμε πλάκα με την μαμά μου και την λέγαμε <η Πετρουλάκη των γατιών>. Στην επόμενη όμως επίσκεψη ήρθε η κεραμίδα. Δίαιτα! Πρέπει να χάσει κιλά. Πώς όμως να της κάνω δίαιτα; Εδώ δεν μπορώ να κάνω εγώ, θα κόψω το φαγητό από τη γάτα; Αφού όσο το σκέφτομαι λέω πως εκείνο το απόγευμα του Σεπτέμβρη δεν την επέλεξα, αλλά με επέλεξε. Σου λέει <μ΄ αυτήν θα φάω καλά>. Ασε που σκέφτομαι ότι μπορεί να <απέρριψε> κι άλλους πριν νιαουρίσει σε μένα. Οποτε το λέω στη μάνα μου, με ...επαναφέρει στην τάξη. <Σιγά μην είχε βρεθεί κι άλλο κορόιδο για να την μαζέψει>. Ποιος ξέρει; Και ποιος θα μάθει εν τέλει;
Αυτή είναι η Κούκλα. Είναι η <μικρή>. Τι μικρή, δηλαδή, κάπου 10 μέρες μικρότερη από τη Φάτσα πρέπει να είναι όπως είπε ο γιατρός. Παρθένος στο ζώδιο συνήθως τις τρώει από τη Φάτσα, μέχρι τη στιγμή που θα της τη δώσει και θα της ανταποδώσει. Για την ακρίβεια πολλές φορές σηκώνει το χέρι της χωρίς η Φάτσα να την έχει πειράξει. Στην αρχή αντιδρούσε σπασμωδικά και την είχα βγάλει Πίκπα. Καμία σχέση με την Φάτσα σαν ιδιοσυγκρασία. Εχει κάτι αέρινο στο βάδισμα, είναι ντελικάτη, περπατάει χαριτωμένα και όχι σαν ...νταλικιέρης, όπως η Φάτσα, αλλά ταυτόχρονα είναι και μαλθακή. Ενα βράδυ που γύριζα σπίτι μου την δείχνει μια γειτόνισσα που διατηρεί μπακάλικο και ήξερε ότι είχα μαζέψει τη Φάτσα περίπου τρεις μήνες πριν. Νόμιζε μάλιστα ότι είναι η Φάτσα και το έχει σκάσει. Ηταν χαμένη, πεινασμένη, αλλά πανέμορφη και μαλλιαρή. Φαινόταν ότι ήταν από σπίτι και κάποιος την είχε πετάξει έξω. (Από αυτό μάλιστα της έδωσα και το δεύτερο <όνομά> της: <Παραπετάμι>, δηλαδή παραπεταμένη και <Παρπέτι> σαν ...σύντμηση). Δεν πέρασε πολύς καιρός για να καταλάβω το γιατί (την είχαν πετάξει έξω). Οταν θυμώνει γίνεται στριμένη, μπήγει στο δέρμα το μεγάλο νύχι, το <στριφτό> όπως το λέω και σε τρελαίνει στον πόνο. Δύσκολο κάποιος να αντέξει τέτοια συμπεριφορά και δεν τον αδικώ. Εμένα όμως μου θύμισε τη Λιούντα. Και στο <στριφτάρι>, που το συνήθιζε κι εκείνη, αλλά και στη φωνή. Οταν έκλεινα τα μάτια μου και άκουγα τη φωνή της νόμιζα ότι άκουγα τη Λιούντα. Ας
επιστρέψω όμως σε εκείνο το βράδυ που την γνώρισα. Η μπακάλισσα έβγαλε από το ψυγείο του μαγαζιού της ένα κομμάτι μορταδέλα και της το έδωσε. Ηταν πιο ...μεγάλο από την ίδια. Το έβαλε στο στόμα της και κρεμόταν κάτω. Στο τέλος όμως το ...κατάφερε. Μόλις το έφαγε ξεθάρρεψε και δεν ξεκόλλαγε από το μαγαζί. Η μπακάλισσα όμως ήθελε να κλείσει και να φύγει. Ούτε λόγος να την αφήσει μέσα. Φοβήθηκε μη της κάνει ζημιά στο μαγαζί. Την άφησε έξω παρά τα παρακάλια μου (ότι την έχει ...συμπαθήσει και άλλες τέτοιες αηδίες που επιστράτευσα για να την πείσω χωρίς αποτέλεσμα) κι εγώ ανέβηκα στο σπίτι σκεφτόμενη πως δύο γάτες είναι too much. Ολο το βράδυ όμως δεν κατάφερα να κοιμηθώ. Το σκέφτηκα από την ανάποδη. Τι μία γάτα τι δύο; Ποια η διαφορά; Οπως μεγαλώνει η μία θα μεγαλώσει και η άλλη. Ούτε μπορούσα να φανταστώ πως υπάρχει περίπτωση να ζηλέψει η μία την άλλη. Κι όσο σκεφτόμουν ότι είναι ένα μικρό γατάκι που δεν ξέρει από δρόμους, δεν ξέρει πώς να ψάξει την τροφή του και κινδυνεύει να το πατήσει κάποιο αυτοκίνητο, τρελαινόμουν. Λέω λοιπόν στον εαυτό μου, πως αν το πρωί βγω και το βρω εδώ γύρω θα το μαζέψω κι αυτό. Το πρωί σηκώθηκα πολύ νωρίς και κατέβηκα κάτω. Δεν το βρήκα αμέσως και ρωτάω στο μπακάλικο. Μου δείχνουν την αυλή στην απέναντι πολυκατοικία και μου λένε πως είναι εκεί. Δεν δίστασα λεπτό. Την μάζεψα και την έφερα στο σπίτι. Τι τόθελα; Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα το λάθος μου.
Μόλις την είδε η Φάτσα, τρελάθηκε. Από εκεί που με περίμενε με ανυπομονησία κάθε φορά που ερχόμουν στο σπίτι αντέδρασε όπως φαντάζομαι ότι αντιδρούν τα μικρά παιδάκια όταν έρχεται στο σπίτι το νέο μέλος της οικογένειας. Δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια να κρύψει τη ζήλια της. Οποτε τις άφηνα μαζί έπαιζαν ξύλο. Αλλά πολύ ξύλο μιλάμε. Αναγκάστηκα να χωρίσω το σπίτι σε ...σφαίρες επιρροής. Η κουζίνα ήταν το <βασίλειο> της Κούκλας και οι κρεβατοκάμαρες το <βασίλειο> της Φάτσας. Για το σαλόνι δεν συζητάμε. Με δύο γάτες στο σπίτι και ένα σωρό εύθραυστα πράγματα το σαλόνι είχε <κλειδωθεί> μήνες πριν, από την στιγμή που απέκτησα τη Φάτσα. Προσπάθησα να μην δίνω πολλή σημασία στην Κούκλα, αφού είχα πειστεί πως η συμβίωσή τους είναι προβληματική. Εξάλλου συζητώντας με μια φίλη μου, μου είχε πει πως ενδιαφέρεται να την πάρει σπίτι της κι έτσι προσπάθησα να μην <δεθώ> μαζί της για να μη μου λείψει αργότερα. Εμπαινα στην κουζίνα την τάιζα (δεν ξέρω και να μαγειρεύω κι έτσι δεν χαλούσα πολύ χρόνο εκεί), δεν την χάιδευα και πήγαινα στην κρεβατοκάμαρα. Εκεί έτρωγα, εκεί καθόμουν και έπαιζα με τη Φάτσα. Και η Κούκλα από την κλειστή τζαμένια πόρτα μας άκουγε. Μέχρι που ένα βράδυ δεν το άντεξε. Πλησίασε την πόρτα και άρχισε να φωνάζει σπαραχτικά. Λογικό δεν ήταν; Σου λέει, τι με πήρες και με έκλεισες σε ένα <χρυσό> κλουβί; Μπορεί να μην κινδυνεύω και να έχω φαγητό αλλά δεν βλέπω κανέναν. Οσο για τη φίλη μου; Στην πραγματικότητα δεν είχε ποτέ τη διάθεση να πάρει τη γάτα σπίτι της. Βρέθηκα σε απόγνωση. Τι θα κάνω με δύο γάτες που μισιούνται; Και πόσο ακόμα θα ζω περιορισμένη μέσα στο ίδιο μου το σπίτι; Ωστόσο, την λύση την έδωσε η ίδια η ζωή. Μετά από μερικές ημέρες αρρώστησε η Φάτσα. Πολύ βαριά. Δεν μπορούσε ούτε να φάει ούτε να κουνηθεί. Τις τρέχω και τις δύο στο γιατρό, απορημένη, αφού πίστευα πως μέχρι τριών - τεσσάρων μηνών τα γατάκια έχουν ανοσία. Εκείνος μου είπε πως η Κούκλα ήταν φορέας του ιού της γρίπης της γάτας, που όμως δεν εκδηλώθηκε στην ίδια γιατί την έφερα σπίτι και την περιποιήθηκα. Κόλλησε όμως τη Φάτσα.
Της έκανε μια ένεση κορτιζόνης της έδωσε αντιβίωση και μου είπε να δίνω και στην Κούκλα γιατί υπάρχει περίπτωση να νοσήσει κι αυτή. Τρία 24ωρα η Φάτσα δεν κουνήθηκε από το κρεβάτι και δεν έφαγε τίποτα. Μόνο κοιμόταν. Δεν συγχωρούσα τον εαυτό μου, αφού θεωρούσα πως αν πεθάνει θα φταίω εγώ και κανένας άλλος. Εκανα ό,τι μπορούσα γι΄ αυτήν, την χάιδευα, της μιλούσα, της πήγαινα φαγητό, αλλά δεν αντιδρούσε. Ομως, τελικά σε κάποιες περιπτώσεις κανένας δεν μπορεί να βοηθήσει ένα ζώο, όσο ένα άλλο ζώο. Η Κούκλα που αυτά τα τρία μερόνυχτα την άφησα ελεύθερη να τριγυρνά σε όλα τα δωμάτια, ανέβηκε στο κρεβάτι και πλησίασε τη Φάτσα. Ακούμπησε στο πρόσωπό της και έκανε το απίστευτο (για μένα). Αρχισε να την γλείφει και να την πλένει. Η Φάτσα αντέδρασε αρχικά σαν να την χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Η αδυναμία της όμως δεν της επέτρεψε να κάνει το παραμικρό.
Η Κούκλα συνέχισε να την πλένει στο πρόσωπο, στο λαιμό, στα αυτιά. Το ίδιο βράδυ η Φάτσα ανασηκώθηκε και μετά από λίγο κατέβηκε από το κρεβάτι και ήπιε λίγο γάλα. Σε ένα 24ωρο ήταν περδίκι. Από τότε συμβιώνουν άλλοτε αρμονικά και άλλοτε όχι. Δεν τρελαίνονται να πλησιάζουν η μία την άλλη, ωστόσο υπάρχουν στιγμές (και είναι πολλές) που παίζουν μαζί και είναι σκέτη απόλαυση. Οπως απόλαυση είναι όταν αποφασίζουν να κάνουν τους ...κυνηγούς όταν περνάει από τη βεράντα κάποιο έντομο και προσπαθούν να το πιάσουν. Η μία πάει από τη μια, η άλλη από την άλλη και προσπαθούν να το ...περικυκλώσουν. Και η ιστορία (τους) συνεχίζεται...
2 comments:
ειναι κουκλες ολες να της χαιρεσαι
Καλώς ήρθες! Σε ευχαριστώ πολύ!
Δεν ξέρω αν είναι αντικειμενικά κούκλες, αλλά εγώ κούκλες τις βλέπω!
:-)
Post a Comment